«Ο ωραίος κάλλει, παρά πάντες βροτούς, / ως ανείδεος νεκρός καταφαίνεται, / ο την φύσιν ωραΐσας του παντός»· ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΘΡΗΝΟΣ - «Ω µυστική µεγάλη Πρωτοεικόνα, / […] ως πότε θα σε βλέπω σταυρωµένη / στο σταυρό της ιερής Θηλύτητάς Σου, / στο µεγάλο σταυρό της οµορφιάς Σου…»· ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ - «Φοβηθείτε / αν θέλετε να σας ξυπνήσει το ένστικτο / του Ωραίου»· ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Εδώ, μια μικρή ένσταση είναι απαραίτητη. Αφορά το σχόλιο του Μάριου - Κυπαρίσση Μώρου, συναδέλφου εκπαιδευτικού φιλολόγου, ο οποίος έγραψε το επίμετρο ετούτης της ποιητικής συλλογής του Στράτη Μυριβήλη. Στη σελίδα 79 γράφει: «Ο Μυριβήλης στις σελίδες του έργου-του βρίσκεται σε μια διαρκή συνομιλία με τον Θεό, έναν Θεό όμως που απέχει αρκετά από Εκείνον της χριστιανικής πίστης […] Στο Τραγούδι της Γης εκείνος που χρειάζεται τον άνθρωπο είναι ο Θεός· η Δημιουργία είμαι μια κίνηση του Θεού προς τον σωτήρα Του – άνθρωπο. Για τον λόγο αυτό ο Μόσχος [αναφέρεται στον γνωστό λογοτέχνη και κριτικό] συγκαταλέγει τον Μυριβήλη μεταξύ των “Σωτήρων του Θεού” (Salvatore Dei) και εντοπίζει τις νιτσεϊκές καταβολές της σύνθεσης». Έχω την ταπεινή γνώμη ότι η άποψη αυτή φέρνει στο προσκήνιο αντίστοιχες διαρκείς «συνομιλίες» με τον Θεό κι άλλων λογοτεχνών, όπως λόγου χάριν του Νίκου Καζαντζάκη, του Νικηφόρου Βρεττάκου, του Γιώργου Σεφέρη, του Άγγελου Σικελιανού, του Γιώργου Θέμελη, του Τάσου Λειβαδίτη, για να αναφέρω μερικούς. Για αρκετούς κριτικούς και φιλολόγους, αυτές οι περιπτώσεις Ελλήνων λογοτεχνών που γίνονται «Σωτήρες του Θεού», δείχνουν μια μεταφυσική θεώρηση της σχέσης του ανθρώπου με το Θεό, η οποία δεν έχει σχέση με τη χριστιανική. Κι εδώ, ας μου επιτραπεί, βρίσκεται το εξής λάθος: αν οι κριτικοί έμπαιναν στον κόπο να μελετήσουν όχι μόνο φιλολογικές αλλά και θεολογικές μελέτες, θα διαπίστωναν ότι τόσο με τον Μυριβήλη όσο και με άλλους λογοτέχνες, κυρίως της γενιάς του ’30, οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς μαζί τους: «στεκάμενοι με σεβασμό μπροστά στον ανθρώπινο πόνο, στο δράμα ενός ολόκληρου πολιτισμού», κανείς-τους «δεν πάει να κάνει τον Θεό». Με άλλα λόγια «δεν πρόκειται», όπως πολλοί πιστεύουν, «για μια προσπάθεια κατάληψης της θέσης του Θεού, αλλά για μια αναζήτηση της θέσης του ανθρώπου. Μια πάλη απέναντι στον οποιονδήποτε απάνθρωπο και ως εκ τούτου βέβαιο θεοκεντρισμό, που αφήνοντας τον άνθρωπο έξω από τον φράχτη του Θεού, αγνοεί πως η αληθινή-του υπόσταση, εφόσον θέλει να αληθεύει, δεν μπορεί παρά να είναι βαθιά ανθρώπινη. Ή καλύτερα, λυτρωτικά θεανθρώπινη», καταπώς γράφει ο Χρυσόστομος Σταμούλης. (2009). «Ο άνθρωπος που έσωσε τον Θεό. Ένα σχόλιο στην Ασκητική του Νίκου Καζαντζάκη», στο: Έρως και Θάνατος. Δοκιμή για ένα πολιτισμό της σάρκωσης. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 386.
ΑπάντησηΔιαγραφή