Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Αγιότητα και Ποίηση

Όταν παρέτυχα στη νύχτα που έλεγαν
«ο άγιος θα περάσει απόψε»
δεν το πιστεύετε ίσως
αλλ’ όμως έτρεμαν
τα δάχτυλα της θάνατος
έκρουε τα φύλλα κι ακούονταν
φωνές ακίνητα
και εκκωφαντικά
τα νέα μου βήματα.
Οι άρρωστοι γέμιζαν το χώρο
με στεναγμούς, άλλοι
με υψωμένα μάτια στο ξεχείλισμα των άστρων
άλλοι μου φάνηκαν όρθιο χώμα.
Γυρεύοντας μοναχικός
«εν μέσω των κινδύνων αισθάνεσαι
την τελειότητα της στιγμής»
θυμήθηκα τα λόγια του φίλου 
τις ταλαντεύσεις του φύλλου πριν λίγα λεπτά
καθώς
έπεφτε από χέρι αδιάφορο.
Με της βροχής την ευωδιά στο ελληνικό τοπίο
άνθη ο άνεμος κ’ οι ώρες
στο σώμα μου ή στα δέντρα τελειωμένες
αισθήσεις εδώ ψηλά προς τα ουράνια
μαύρες οπώρες οι πιστοί
πεσμένες και το μέλι σπάζοντας
τους φλοιούς έσμιγε χώμα και καρπό.
Είμαστε σαν την πανάρχαια ανακάλυψη της φωτιάς
ωφέλιμοι στο θεό
γιατί είμαστε
αναφαίρετοι καλόγεροι σ’ αυτή την ερημιά
νόμοι μέσα στο θάνατο —
η φωνή του ηλικιωμένου ακούστηκε στις αμυγδαλιές
κ’ ύστερα πάλι:
— Τα μαύρα σου μαλλιά πώς χάνονται
στα βροχερά δωμάτια.
Φως απ’ τις ασετυλίνες των στραγαλάδων
σε αρχέγονα ρούχα
μια γριά βυθισμένη που διάβαζε το συναξάρι
«εν μέσω των κινδύνων…» πλησίασα
γυρεύοντας μοναχικός
έφτυναν πασατέμπο οι ανυπόμονοι
μα δε θυμάμαι πια όταν κάποιος φώναξε:
— Επτά είναι οι φλόγες του στήθους.
Άνθρωπος ο ασυγχώρητος υπό το σεληνόφως

άνθρωπος ωσεί χόρτος υπό το σεληνόφως. 


ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ. (1995). «Η λιτάνευση», στο: Τα Ποιήματα (1961-1978), τ. Α΄. Αθήνα: Ίκαρος, σσ. 51-52.