Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Ο πανελλήνιος ήρωας Φωτεινός

«Τον έζωσαν τα κύματα κ' έβραζε γύρα - γύρα
μελανιασμένη, ακράτητη η ανθρώπινη πλημμύρα, 
σαν να `θε να τον καταπιεί. Απάνου του εχτυπούσαν
φοβέρες και περίγελα. Εγρούζανε, αλυχτούσαν
οι σκύλοι μες στα πόδια του, και αιμάτωναν το δόντι
εις τη σκληρή τη σάρκα του. Και συριγμοί και βρόντοι
σαν να `βραν αγριογούρουνο που μέσ’ απ’ τη μονιά του
δεν ήθελε να πεταχτεί. Τ’ άχαρο φόρεμά του
ρεύει κομμάτια καταγής. Τ’ άλογα χλιμιτούσαν
κι απάνου στ’ άσπρα του μαλλιά βραστούς αφρούς σκορπούσαν
και δέρναν με τη γλώσσα τους το χαλινό στο στόμα
και φρύμαζάνε κ' έσκαφταν του χωραφιού το χώμα.
    Έμεν’ ο Γέροντας βουβός. Το φλογερό του μάτι
έγινε μόνο της ψυχής απόκρυφο παλάτι,
 
κι εκείθ’ αστράφτει όλ’ η φωτιά που καίει τα σωθικά του.
Λες κι έβλεπες το Γένος του, μ’ όλη τη δυστυχιά του,
 
τη φτώχεια, τα γεράματα, την καταφρόνεσή του,
 
ολόρθο ν’ αντρειεύεται και με τη δύναμή του
τη μαγική, την άμετρη, γυμνό, κατακομμένο,
να δείχνει πάντ’ ανίκητο το μέτωπο στον Ξένο».

















ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ. (1988). Φωτεινός. Γ. Π. Σαββίδης (επιμέλεια). Αθήνα: Ερμής, σ. 75.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου