Η Πεντηκοστή, ΙΕ΄
αιώνας. Σχολή Μόσχας.
Η εικόνα δείχνει μια ανοικτή σύνθεση και τοποθετεί το
γεγονός σε μια πλατειά, ψηλή σκηνή, “υπερώον” του οποίου ο απεριόριστος
εκκλησιαστικός χώρος εξουσιάζει τον κόσμο. Ανοικτό είναι από επάνω, είναι σαν
να ελκύεται προς τον ουρανό, προς την πατρική Πηγή, απ’ όπου αναχωρούν οι πύρινες
γλώσσες, οι τριαδικές ενέργειες συγκεντρωμένες στο Άγιο Πνεύμα. Ανοίγει επίσης προς
τα κάτω, σε μια μαύρη αψίδα, όπου βασανίζεται ένας φυλακισμένος ντυμένος σαν
βασιλιάς· συχνά η αψίδα είναι κλεισμένη με ένα κιγκλίδωμα φυλακής που
υπογραμμίζει μια κατάσταση αιχμαλωσίας. Η επιγραφή γύρω από το κεφάλι του
φυλακισμένου εξηγεί ότι είναι ο Κόσμος προσωποποιημένος με ένα γέρο κορεσμένο
από μεταπτωτικές ημέρες – το αιχμαλωτισμένο σύμπαν του Πρίγκηπα αυτού του κόσμου.
Το σκοτάδι που τον περιβάλλει εικονίζει “τα σκότη και την σκιάν θανάτου” (Λουκ. 1, 79), είναι ο καθολικευμένος άδης απ’
όπου ο μη βαπτισμένος κόσμος αποχωρεί και στο μέρος του το πιο φωτεινό, επιθυμεί
επίσης το αποστολικό φως του Ευαγγελίου. Τείνει τα χέρια του για να πάρει αυτός
επίσης τη χάρη και τα δώδεκα ειλητάρια που κρατεί με σεβασμό επάνω σε μια οθόνη
συμβολίζουν το κήρυγμα των δώδεκα αποστόλων, αποστολική ιεραποστολή της Εκκλησίας
και παγκόσμια υπόσχεση της σωτηρίας. Η αντίθεση των δύο αυτών κόσμων που
συνυπάρχουν είναι από τους πιο συγκινητικούς· επάνω είναι πια η “καινή γη”,
άποψη του ιδεώδους Κόσμου, πυρπολημένου από το θείο πυρ και το οποίο επιθυμεί ο
γέρος βασιλιάς. Οι ενέργειες του Αγίου Πνεύματος δραστηριοποιούνται για την απελευθέρωση
και τη μεταμόρφωση του φυλακισμένου κόσμου κάτω. Εδώ το μήνυμα της εορτής
παίρνει όλη την πλατειά απήχησή του. Στη θέση όλων των ανθρώπων ο Χριστός
ανέκραξε: “Ινατί με εγκατέλειπες;” Αυτή η κραυγή εδόνησε τα θεμέλια του άδη και
κάνει να σκιρτήσουν τα σπλάχνα του Πατρός. Αλλά ο Πατήρ, που αποστέλλει τον Υιό
του γνωρίζει επίσης ότι ο άδης είναι η κυριότης του και ότι η θύρα του θανάτου
μεταβάλλεται στο εξής σε θύρα ζωής. Ο γέρος βασιλιάς δείχνει με τα απλωμένα
χέρια του ότι η καταχθόνια απελπισία αυτή η ίδια είναι προσβεβλημένη από μια ελπίδα
που αυτή προπεριέχει. Ο άνθρωπος δεν πρέπει ποτέ να πέσει στην απελπισία, δεν
μπορεί να πέσει παρά εν Θεώ και ο Θεός δεν απελπίζεται ποτέ από αυτή. Το απλωμένο
χέρι προς το Χριστό δεν μένει ποτέ άδειο.
ΠΑΥΛΟΣ ΕΥΔΟΚΙΜΩΦ. (1980). Η Τέχνη της Εικόνας. Θεολογία της Ωραιότητας, μτφρ. Κωνσταντίνος Χαραλαμπίδης.
Θεσσαλονίκη: Πουρναρά, σσ. 253-254.
Ευχαριστώ για την αποστολή του ανωτέρου κειμένου! Η τελευταία φράση "Το απλωμένο χέρι προς το Χριστό δεν μένει ποτέ άδειο" είναι νομίζω η ελπίδα ημών!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα κ. Παπαχρυσέ. Χρόνια Πολλά! Πράγματι "το απλωμένο χέρι προς το Χριστό δεν μένει ποτέ άδειο". Εδώ να θυμηθούμε και τον π. Αθανάσιο Γιέφτις, που στο ωραίο βιβλίο του, Χριστός. Η χώρα των ζώντων, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2007, γράφει τα εξής εκπληκτικά: "ο άνθρωπος πρέπει να μείνει άνθρωπος, και στο Χριστό έμεινε άνθρωπος· γιατί το κάθε σύστημα, που πάει να σώσει τον άνθρωπο δημιουργώντας ένα γενικό άνθρωπο, έναν άνθρωπο που το πρόσωπό του έχει χαθεί, είναι απάνθρωπο. Γι' αυτό η μόνη λύση που είχε ο Θεός και που είναι πράγματι σωτηρία για τον άνθρωπο, είναι ο Χριστός ως Θεάνθρωπος".
ΑπάντησηΔιαγραφή